Στις 28 Φεβρουαρίου η αμαξοστοιχία IC 62 συγκρούστηκε με εμπορική αμαξοστοιχία στο ύψος
των Τεμπών. Το αποτέλεσμα ήταν ο θάνατος 57 ανθρώπων και ο τραυματισμός δεκάδων άλλων.
Από την πρώτη στιγμή η κυβέρνηση και τα μίντια έσπευσαν να συγκαλύψουν τα λάθη και τις
εγκληματικές παραλείψεις τόσο από πλευράς εταιρείας αλλά και από πλευράς κρατικής ευθύνης.
Προσπάθησαν με κάθε τρόπο να πείσουν τον κόσμο ότι επρόκειτο για ένα «μοιραίο ανθρώπινο
λάθος» που προκλήθηκε εξαιτίας της απειρίας ενός σταθμάρχη. Σε αυτό το πλαίσιο, η
παραίτηση του υπουργού μεταφορών αποτέλεσε ξεκάθαρα μια ενέργεια που στόχο είχε να
διασκεδάσει τις εντυπώσεις. Η στάση τους αυτή δε μας εκπλήσσει. Είχαν άλλωστε επαναλάβει
μια αντίστοιχη γραμμή και στην περίπτωση των εκατοντάδων νεκρών εκτός ΜΕΘ κατά την
περίοδο έξαρσης του κορωνοϊού.
Οι ανακοινώσεις των σωματείων των εργαζομένων στο σιδηρόδρομο δείχνουν ότι ο
συγκεκριμένος εκτροχιασμός δεν αποτελεί ένα τυχαίο ατύχημα αλλά ένα προδιαγεγραμμένο
έγκλημα. Ένα έγκλημα που συντελέστηκε πρωτίστως με την υποβάθμιση και μετέπειτα την
ιδιωτικοποίηση του σιδηροδρομικού δικτύου, ένα έγκλημα που φέρει τη σφραγίδα όχι μόνο της
τωρινής κυβέρνησης αλλά και αυτή των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Για εμάς η συγκεκριμένη δολοφονία έρχεται να προστεθεί στις δεκάδες άλλες που λαμβάνουν
χώρα σε καθημερινό επίπεδο πανελλαδικά: αυτές των πνιγμένων μεταναστών-τριών και
προσφύγων στα ανοικτά του Αιγαίου, εκείνες των δολοφονημένων Ρομά Κώστα Φραγκούλη και
Νίκου Σαμπάνη από τις δυνάμεις καταστολής, αυτές των εργατικών ατυχημάτων στα κάτεργα
της μισθωτής εργασίας. Όλα τα παραπάνω μας αποδεικνύουν περίτρανα, για άλλη μία φορά, ότι
για το κράτος και τα αφεντικά δεν είμαστε παρά αναλώσιμοι-ες.
Μέσα στη δυστοπική συγκυρία που βιώνουμε, οι εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ, επίσημοι φορείς
ξεπλύματος των εργοδοτών, αποφάσισαν να μην συστρατευθούν με τα υπόλοιπα συνδικάτα
στην προκήρυξη απεργίας, αδιαφορώντας πλήρως για τον κοινωνικό αναβρασμό,
υποσκάπτοντας το κίνημα των χιλιάδων εργαζομένων που κατέβηκαν στους δρόμους. Κάτω από
την πίεση και την κατακραυγή, κάλεσαν εν τέλει σε απεργία κατόπιν εορτής, μια εβδομάδα
αργότερα, με στόχο να διατηρήσουν τα προσχήματα.
Για εμάς ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: δεν πρόκειται να υποκύψουμε στους εκβιασμούς του
κράτους και του συρφετού του. Στόχος μας είναι να ενώσουμε τις δυνάμεις μας με όλα τα
αγωνιζόμενα κομμάτια της κοινωνίας, τα εργαζόμενα στην τέχνη, στην εκπαίδευση, στα μέσα
μεταφοράς, στην υγεία. Να συλλογικοποιήσουμε τις αντιστάσεις μας και να αντισταθούμε στη
μιζέρια της εξατομίκευσης και της αλλοτρίωσης. Να βγούμε μπροστά και να διεκδικήσουμε τις
ζωές που μας έχουν κλέψει. Δε μπορούμε μοιρολατρικά να περιμένουμε την έλευση ενός νέου,
αυτόκλητου προφήτη μέσω των εκλογών. Οφείλουμε να συνεχίσουμε να παλεύουμε μέχρι
τέλους.